Φιλολογικές Σπουδές: Συρρίκνωση ή ευκαιρία για ανάπτυξη;

Σχόλιο

Της Μαρίζας Φουντοπούλου*

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ιδιαιτερότητα της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ της χώρας (μόνο ΑΕΙ πλέον γιατί ως κοινωνία θεωρήσαμε ότι μας προσβάλλει η ανώτερη τεχνολογική εκπαίδευση!!!). Πάντα οδηγεί σε διαπιστώσεις και επισημάνσεις, λειτουργεί ως δείκτης έμμεσης αξιολόγησης της σχολικής φοίτησης που προηγήθηκε και απεικονίζει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του ευρύτερου εκπαιδευτικού συστήματος.

Το ενδιαφέρον των σχετικών συζητήσεων μονοπώλησε φέτος η έναρξη ισχύος της ελάχιστης βάσης εισαγωγής ενώ έμεινε στη σκιά της η χαμηλή βάση εισαγωγής στα ελληνόφωνα Τμήματα των Φιλοσοφικών Σχολών, τα οποία, οδηγούν στην εκπαίδευση προετοιμάζοντας, κυρίως, τους παραδοσιακά ονομαζόμενους «φιλολόγους» της Β΄/βάθμιας εκπαίδευσης. Δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν προβληματίζει ή ότι δεν πρέπει να προβληματίζει, όχι ως αναπόληση ενός λαμπρού παρελθόντος, τότε που ο τελευταίος εισαχθείς συγκέντρωνε 18.500 επί των 20.000 μορίων, αλλά ως ένα επιστημονικό πεδίο που ενώ συνδέεται με 6 χρόνια φοίτησης στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, με περισσότερα του ενός μαθήματα (Νέα Ελληνική Γλώσσα, Λογοτεχνία, Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, Ιστορία, Φιλοσοφία, Λατινικά), με την κατοχή της ελληνικής γλώσσας ως μητρικής, με την ανθρωπογνωσία και με τη λείανση των αιχμηρών γωνιών της ανθρώπινης συμπεριφοράς, έχει φθίνουσα πορεία. Ίσως επειδή πιστεύουμε ότι η ανταποδοτικότητα των σπουδών αυτών δεν είναι γρήγορη, ορατή και κερδοφόρα οικονομικά. Ίσως γιατί, λανθασμένα, θεωρούνται τα μαθήματα αυτά «εύκολα», αφού όλοι μπορούν(;) να μιλήσουν ελληνικά και, εμπειρικά, να πουν την άποψή τους!!!

Στη συστημική θεώρηση της εκπαίδευσης, ως μικρόκοσμου, οι έννοιες ευθύνη και συν-ευθύνη πάντα συμπορεύονται. Γι’ αυτό και οφείλουμε, όλοι όσοι εμπλεκόμαστε με κάποιο τρόπο στο πεδίο των φιλολογικών σπουδών, να αναλογιστούμε ότι αφήσαμε, επί σειρά ετών, εκείνα τα επιστημονικά-γνωστικά αντικείμενα, που αντιστοιχίζονται με τις ευρύτερα ανθρωπιστικές σπουδές στο σχολείο, χωρίς σύνδεση με την καθημερινότητα των παιδιών, ώστε το ερώτημα: “Τι τα θέλω αυτά;” να κυριαρχεί στη σκέψη των μαθητών και μαθητριών, ότι τα προσεγγίζουμε διεκπεραιωτικά και όχι βιωματικά μέσα από τις απαραίτητες συνάψεις με την εκάστοτε συγχρονία αλλά και με το μέλλον των παιδιών ως πολιτών της επόμενης εικοσαετίας, ότι καλυφθήκαμε πολλές φορές πίσω από μια θεωρητικά δεδομένη αυταξία των ανθρωπιστικών σπουδών που λειτουργεί με την κεκτημένη ταχύτητα της αδράνειας, ενώ ταυτόχρονα αποδομήσαμε τον άνθρωπο και τις αξίες του, χωρίς σταθερή, μόνιμη και υψηλού επιπέδου διατήρηση του ανθρωπιστικού ιδεώδους στην καθημερινότητά μας, ότι μπορεί να μιλάμε για την αξία των ανθρωπιστικών σπουδών αλλά να μην πιστεύουμε σε αυτήν, ότι εγκλωβιστήκαμε, ως επιστημονική κοινότητα, στο ψευδο-δίλημμα “θετικές ή ανθρωπιστικές” σπουδές παραβλέποντας ότι ακόμα και οι θετικές επιστήμες είναι βαθιά ανθρωποκεντρικές και εκφράζονται ανθρωποκεντρικά, εφόσον στοχεύουν στον άνθρωπο-καλό γνωστή και χειριστή της γλώσσας, καταναλωτή, πάροχο υπηρεσιών, επενδυτή, πολιτικό, διαχειριστή χρήματος, μηχανικό και συντηρώντας την άποψη της μη κερδοφόρας ανταποδοτικότητας των ανθρωπιστικών σπουδών όταν όλα όσα μάς περιβάλλουν έχουν άρωμα….ανθρώπου και γλώσσα ανθρώπου!

Η χαμηλή βάση εισαγωγής στα Τμήματα φιλολογικών σπουδών αποτελεί ευκαιρία για εγρήγορση και όχι για παραίτηση. Ως επιστημονική κοινότητα οφείλουμε να συμβάλουμε στην έναρξη ενός ουσιαστικού διαλόγου για τη φυσιογνωμία, το ρόλο και τη χρηστικότητα των φιλολογικών, και ευρύτερα ανθρωπιστικών σπουδών, για τη σύνδεση της πληροφορίας και της δεξιότητας, που απορρέουν από τις ανθρωπιστικές σπουδές, με την  καθημερινότητα και τις εμπειρίες των παιδιών, για την επικαιροποίηση των μεθόδων διδασκαλίας και μάθησης, για την καλλιέργεια μιας κουλτούρας που δεν θα υπηρετεί τεχνικές της εξαρχής ήσσονος, αλλά της κατάλληλης προσπάθειας, για την ευελιξία των πανεπιστημιακών προγραμμάτων των φιλολογικών σπουδών, ώστε να βρεθούν και άλλες διέξοδοι και να αποδεσμευθούν τα πτυχία από την αποκλειστική, μαζική κατεύθυνση προς την εκπαίδευση, η οποία πρέπει να στελεχώνεται από εκπαιδευτικούς που δεν βρέθηκαν τυχαία στη σχολική τάξη!

Γιατί κάθε νόμισμα έχει δύο πλευρές και κάθε δυσάρεστη διαπίστωση κρύβει μια ευκαιρία για εξέλιξη! Αρκεί να μπορούμε και να θέλουμε να δούμε την ευκαιρία αυτή!

 

*Μαρίζα Φουντοπούλου

Καθηγήτρια Μεθοδολογίας της Διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών ΕΚΠΑ

Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο reformer.gr είναι προσωπικές και εκφράζουν τον συγγραφέα.

Στη συνέχεια

Σχετικά Άρθρα

Συζήτηση σχετικά με post