Κριτική: Ο διασκευασμένος ‘’ΦΑΟΥΣΤ’’ του Γκαίτε στο Εθνικό Θέατρο

Σχόλιο

του Γιάννη Γαβρίλη

Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (1749-1832), άρχισε να γράφει τον ‘’ΦΑΟΥΣΤ’’ (βασιζόμενος στο πραγματικό πρόσωπο του αλχημιστή, αστρολόγου και μάγου Γιόχαν Φάουστ (1480-1540), διασκευάζοντας και επεργαζόμενος έναν μεσαιωνικό θρύλο που αναφέρεται σε αυτόν, από το 1771 και για εξήντα χρόνια, μέχρι δηλαδή τον θάνατο του, το 1832. Η πρώτη επαφή Γκαίτε με την ιστορία του Φάουστ, ήταν η παρακολούθηση μιας παράστασης από έναν περιπλανώμενο θίασο. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο Γκαίτε διάβασε ένα εκ των πολλών εγχειριδίων περί μαγείας που αποδίδονταν στον Φάουστ, το ‘’Magia naturalis et innaturalis’’, που βρισκόταν στη βιβλιοθήκη των μεγάλων δουκών της Βαϊμάρης  . Επίσης αναφέρεται ότι ο Γκαίτε , με αφορμή το βιβλίο του Γιόχαν Σπις ‘’ Ιστορία του δόκτορος Φάουστ’’, άρχισε να εμπνέεται το δικό του λογοτεχνικό εγχείρημα.

Περιλαμβάνει 12.111 στίχους, γραμμένους ιδιοφυώς, σε μέτρο και ομοιοκαταληξία. Το έργο αποτελείται από δυο μακροσκελή μέρη (το δεύτερο και πλέον μακροσκελές, χωρίζεται σε πέντε πράξεις). Ως εκ τούτου, ποτέ δεν ανέβηκε στο Θέατρο ολόκληρο, μιας και έχει χαρακτηριστεί ως δυσπρόσιτο, αμφιλεγόμενο και μεγάλης έκτασης. Μόνο ο Πέτερ Στάιν, τόλμησε να το ανεβάσει σε μια παράσταση διάρκειας είκοσι δυο ωρών. Άλλες παραστάσεις, σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στην Ελλάδα, μόνο αποσπασματικά το προσέγγισαν. Ο ‘’Φάουστ’’, έργο όντως δυσπρόσιτο, και ως προς τις βασικές του θεματικές, τις κωμικό-σατυρικές του συνιστάμενες σε απόλυτη συνύπαρξη με την τραγικότητα, προέκυψε από την ‘’Ιστορία του Γιόχαν Φάουστ’’, ανώνυμου συγγραφέα (δημοσιεύτηκε το 1587), όπως και του Κρίστοφερ Μάρλοου ‘’Η Τραγική ιστορία του δόκτορος Φάουστ’’,  δημοσιευμένο το 1592. Ο Γκαίτε διασκεύασε και τροποποίησε, εισάγοντας και νέα θέματα στην υπόθεση, σε πλήρη αντίθεση με την αρχική πηγή, εκφράζοντας μέσω της εκτενούς γραφής του, την κοσμοθεωρία του. Είναι δε εμφανές ο επηρεασμός του Γκαίτε από βιβλικά κείμενα, από τον Ευριπίδη ως προς το τραγικό, αλλά και του Αριστοφάνη ως προς το κωμικό, καθώς και από τον Σαίξπηρ ως προς τις καταστάσεις που περιγράφονται στην ιδιαίτερη και σαφώς προσωπική ποιητική του γραφή, ως προς το μέτρο και τον ρυθμό.

Ενδιαφέρον έχει να αναφέρουμε ότι ο ‘’Φάουστ’’ του Γκαίτε επηρέασε πολλούς νεότερους του συγγραφείς να εκδώσουν έργα τους με αναφορά σε αυτόν τον ήρωα (Φρίντριχ Μαξιμίλιαν Κλίνγκερ, Φρίντριχ Μύλλερ, Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, Βαλέρι Μπριούσοφ, Κλάους Μαν , Χάρι Μούλις. Μουσικά έργα: Γκουνό ‘’Φάουστ’’, Λίστ ‘’Συμφωνία του Φάουστ’’, Μπελιόζ ‘’Η καταδίκη του Φάουστ’’, η σύνθεση του Σούμπερτ, Σπόρ ‘’ο Φάουστ’’, το έργο του Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν κ.α.)

Είναι απολύτως αδύνατον σε αυτή την κριτική μιας παράστασης, να αναφερθούμε εκτενώς στην κατά Γκαίτε ιστορία του Φάουστ και τον τεράστιο όγκο της και να την κοινοποιήσουμε στις/στους αναγνώστριες/στες, αυτής της κριτικής. Μόνο ως μικρή περίληψη να αναφέρουμε..

Ο Φάουστ έχει γεράσει και στη ζωή του δεν μπόρεσε να απολαύσει τις χαρές της ζωής. Συνάπτει συμφωνία με τον  Μεφιστοφελή (τον Διάβολο, ή ίσως τον ψυχαναλυτή;) για να του προσφέρει την ικανοποίηση που αποζητά με αντάλλαγμα την ψυχή του (ή την αποκάλυψη της;)  που θα παραδοθεί σε αυτόν. Ο Μεφιστοφελής κάνει τον Φάουστ πάλι νεαρό και τον βοηθά να  γνωρίσει τον έρωτα που τόσο είχε στερηθεί, στο πρόσωπο της δεκαπεντάχρονης Μαργαρίτας. Η αναζήτηση του Φάουστ εν συνεχεία επικεντρώνεται στην  εξουσία και τον έλεγχο των φυσικών δυνάμεων. Τον  Φάουστ απασχολούν τώρα περισσότερο, τα πολιτικά και κοινωνικά θέματα και αφιερώνεται στο να μπορέσει να βοηθήσει για να εδραιωθεί το καλό της ανθρωπότητας. Η Κάθαρση και η Ψυχική ανάταση-ανάσταση.

Στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο κτίριο Τσίλλερ, της οδού Αγ. Κωνσταντίνου, βρήκαμε μια άλλη θεατρική ‘’παρουσία’’ του Φάουστ. Μας προβλήθηκε  μια διαφορετική προσέγγιση, άκρως εντυπωσιακή, του πως μπορεί να εδραιωθεί μια διασκευή που δεν αλλοιώνει την  διαχρονική ύπαρξη του απόλυτα πνευματικού αυτού έργου, την πολυδαίδαλη ποιητική γραφή του Γκαίτε, την μυθική διάσταση του.

Ο Άρης Μπινιάρης διασκευάζει και σκηνοθετεί έναν ‘’Φάουστ’’ ( με βοηθό σκηνοθέτη την Gelly Pedefu, με σύμβουλο δραματουργίας την Νεφέλη Παπαναστασοπούλου και Δραματολόγο την Έρι Κύργια) σημερινό, τόσο που, χωρίς καμία περιστροφή στα γραφόμενα μου, λέω πως, αγγίζει τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του καθημερινού αγχώδους βίου του συγχρόνου ανθρώπου.

Ο Άρης Μπινιάρης διαφεύγει με ικανότητα τον σκόπελο της ανεύθυνης διασκευής. Δεν επιδεικνύει την ικανότητα του στην διασκευή. Έχω δε την εντύπωση πως κάθε άλλο πάρα αυτό τον ενδιέφερε σε αυτή την παράσταση του. Κατά την προσωπική μου γνώμη, προσπάθησε να αναδείξει και να ενσωματώσει όλα τα καίρια μηνύματα που εδράζονται στο έργο του Γκαίτε, να αποκαλυφθούν η θραύση και οι ρωγμές, να βρει και να προσφέρει στο κοινό, τις συνιστώσες που διαθλώνται μέσω μιας θεατρικής παράστασης και αποκαλύπτουν την ουσία και την μαγική παράμετρο που το Θέατρο μπορεί να προσφέρει, όταν αυτό εναγκαλίζεται με ανθρώπους που το σέβονται και κυρίως, το αγαπούν. Όταν η ευρηματική έμπνευση, δεν ακολουθεί πεπατημένες αλλά εφευρίσκει με γνώμονα τον ρεαλισμό, νέα στοιχεία παραστατικής, τολμά να αναδείξει ένα κορυφαίο έργο συμπαντικής σημασίας, με την απόδοση του μέσω, όχι μόνο της υποκριτικής, αλλά και του χορού και της όρχησης. Όταν ο δημιουργός-σκηνοθέτης επικεντρώνεται στην αναζήτηση της ουσίας της θεατρικής σημερινής, της σύγχρονης πραγματικότητας και ξέρει πως να την αποδώσει χωρίς να ευτελίζει ή να αποδομεί το διαχρονικό συμπαντικό ποιητικό κείμενο, όπως αυτό του Γκαίτε. Όταν ξέρει και μπορεί να ενσωματώσει όλες τις συνιστώσες της παραστατικής Τέχνης (χορό, μουσική, τραγούδι, υποκριτική) και να την αποδώσει στην απόλυτη εκφραστική της δυναμική, δημιουργώντας μια σύνθετη και ατμοσφαιρική παράσταση, που, επίσης τολμώ να πω, δεν έχει την όποια ‘’σφραγίδα’’ του σκηνοθέτη της, αλλά και μια ειδοποιό διαφορά. Αυτή που επιβάλλεται στον θεατή και τον προκαλεί να αντιμετωπίσει, να εισπράξει , όχι την αληθοφανή θεατρική υπόσταση, αλλά την αληθινή, ειλικρινή και απόλυτου μεγέθους υπαρκτή θεατρικότητα.

Ο Άρης Μπινιάρης δε, εδώ, κάνει και κάτι άλλο ευφυές. Αφού μελέτησε και άλλα κείμενα που αναφέρονται στον μύθο του Φάουστ (‘’Δρ Φάουστους’’ του Κρίστοφερ Μάρλοου, ‘’Ζυστίν’’ του Μαρκησίου ντε Σαντ, ‘’Μια εποχή στη κόλαση’’ του Αρθούρου Ρεμπώ) τα ενσωμάτωσε αποσπασματικά με την δική του ελεύθερη απόδοση, στην μετάφραση που έκανε ο Ιωάννης Ν. Θεοδωρακόπουλος, δημιουργώντας έτσι, μια έκδηλα υποβλητική παράσταση, μέχρι διονυσιακής και αισθησιακής εκφοράς, με τις αιχμές του τραγικό-σατυρικού που συγκροτούν το κείμενο του Γκαίτε, να εκδηλώνονται με την απαιτούμενη σοβαρότητα της υποκριτικής των ηθοποιών που ενσωματώθηκαν άξια τους ρόλους.

Μιχάλης Βαλάογλου, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Ηλέκτρα Καρτάνου, Νάντια Κατσούρα, Μάριος Κρητικόπουλος, Μαριάννα Μαθιά, Μαρία Μαντά, Ιωάννα Μαυρέα, Λένα Μποζάκη, Άρης Νινίκας, Βασίλης Παπαδόπουλος, Στέφανος Πίπας, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Ειρήνη Τσέλλου, Αλεξάνδρα Χασάνι, Γιλμαζ Χουσμέν… που ερμηνεύουν, χορεύουν, τραγουδούν, εκστασιάζουν και εκστασιάζονται, διδασκόμενοι τις χορογραφίες, από την Φαίδρα Νταϊόγλου, με τις εκπληκτικές μουσικές συνθέσεις και τον ηχητικό σχεδιασμό του Τζεφ Βάγγερ, τις φωνητικές συνθέσεις της Μαρίσσα Μπίλη, εντός ενός, άλλοτε τρομακτικού και άλλοτε μαγικού σκηνικού του Παρι Μέξη (δικά του τα κοστούμια και οι μάσκες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη παράσταση),υπό τους επιβλητικούς φωτισμούς της Στέλλας Κάλτσου.

Μια παράσταση όπου αποτυπώνεται η κατάσταση των πραγμάτων, όπως αυτά υπάρχουν και παράλληλα όπως τα φανταζόμαστε ή θα μπορούσαν να είναι. Ο κ. Μπινιάρης θεατροποιεί και αυτή ακόμη την γνωσιακή επιστήμη, ιδιαίτερα την γνωστική ψυχολογία, το πεδίο που προσπαθεί να ερευνήσει τα φαινόμενα της αντίληψης, τις διανοητικές διεργασίες της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ίσως να είναι ιδιαιτέρως τολμηρό επίσης να γράψω πως η κατά Μπινιάρη παράσταση του ‘’Φάουστ’’ είναι μια θεατροποιημένη καταγραφή των ψυχικών διαδρομών μας.  Παράσταση που διατείνεται πως η σχέση του Φάουστ με τον Μεφιστοφελή, είναι η πάλη του ανθρώπου με το καλό και το κακό, το συνειδησιακό ταξίδι, η πάλη με τις ‘’σκιές’’ του υποσυνείδητου,  η αντιφατικότητα των ζωωδών χαρακτηριστικών μας, η αναζήτηση της γνώσης, της ευτυχίας, του σαρκικού και ψυχικού έρωτα και της γαλήνης σε αντιπαράθεση με τον πλουτισμό, την ηδονή, την εξουσία.

Μια παράσταση ‘’Θύελλα και Ορμή’’.

 

 

 

Στη συνέχεια

Σχετικά Άρθρα

Συζήτηση σχετικά με post