Κριτική για την παράσταση ”Αίας” του Σοφοκλή

Σχόλιο

Του Γιάννη Γαβρίλη

Σε σκηνοθεσία Αργύρη Ξάφη

στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου

Αίαντας     

Αίαί                                                                 

Ποιός το περίμενε,

το όνομά μου – ένας αναστεναγμός

επώνυμο αποκαλυπτικό της συμφοράς μου…

στίχος 430-Μετάφραση Νίκος Παναγιωτόπουλός

”Αλίμονο”, που αναφωνεί και η Τέκμησσα, η παλλακίδα του Αίαντα, στον στίχο 340 της Τραγωδίας του Σοφοκλή ΄΄Αίας΄΄ που παραστάθηκε στις 29 και 30 Ιουλίου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.

Αρκετό χρόνο πριν ανέβει στην πρώτη της παρουσίαση η παράσταση του ”Αίαντα”, ο Αργύρης Ξάφης μου παραχώρησε μια κατά τα άλλα, πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που δημοσιεύτηκε εδώ, στο reformer. gr και στην ενότητα του ”Πολιτισμός” όπου αναφέρθηκε διεξοδικά στην σχέση του με αυτή την Τραγωδία, στην εκτίμηση που της τρέφει, πως την είχε πάντα στο μυαλό του, πως την μελέτησε και την δούλεψε και κατά την διάρκεια του εγκλεισμού μας λόγω πανδημίας και να, που ήρθε για εκείνον η ευτυχής συγκυρία να του γίνει η πρόταση από τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου να την ανεβάσει και μάλιστα στην Επίδαυρο, όπου θα ήταν και η πρώτη του σκηνοθετική απόπειρά σε αυτόν τον ενεργειακό χώρο.

Επαναλαμβάνω μια εξαιρετική και άκρως τεκμηριωμένη συνέντευξη όπου διαβάζοντας την, διαπίστωνες το πάθος και την βαθιά επιθυμία του Αργύρη Ξάφη να ανεβάσει επιτέλους έργο του αγαπημένου του Σοφοκλή και ιδιαιτέρως τον ”Αίαντα” του.

Όμως.

Η θεωρία από την πράξη, απέχουν παρασάγγας.

Όμως.

Η περιγραφή με λόγια αυτών των επιθυμητών να παρασταθούν επί σκηνής και τα όσα είχε σχεδιάσει ο σκηνοθέτης να παρουσιαστούν, με το τελικό αποτέλεσμα, δυστυχώς, δεν συνάδουν πάντα.

Η παράσταση που παρακολουθήσαμε την Παρασκευή 29 Ιουλίου, ήταν μια, αναντίρρητα, αξιοπρεπής παράσταση με αρκετές  όμως αστοχίες, χωρίς να αποκλείονται και οι επιτυχείς σκηνές της.

Αστοχίες μη επιτρεπτές στο ανέβασμα μιας τόσο κομβικής και  ιδιαίτερης ουσίας Τραγωδίας, που βρίθει μηνυμάτων, ανθρωποκεντρικών, ανθρωπολογικών ή κοινωνικών, που αναφέρεται ως κυρίαρχο στοιχείο της, η αντιπαράθεση του μυθικού ήρωα,  με την άρχουσα τάξη και την νέα τάξη πραγμάτων που ανατέλλει,  που η αλληλουχία του πάθους και των λόγων του Αίαντα αποκαλύπτουν την απόγνωσή του, αλλά και την αλαζονεία του, την άρνηση του στους Θεούς και την θεϊκή παρέμβαση-βοήθεια της Αθηνάς κατά την διάρκεια της δεκαετούς μάχης για την κατάκτηση- καταστροφή της Τροίας, εξ ου και ”τυραννιέται” από αυτήν.

Η αυτοπεποίθηση του Αίαντα ότι μπορούσε να νικά χωρίς την συμβολή την θεϊκή και η καταδίκη του στην μανία, στην παράνοια και εν κατακλείδι στην αυτοχειρία. Η εμμονή του στην εγωιστική(;) αμετάκλητη θέση του, περί της απόδοσης σε αυτόν των όπλων (Όπλων Κρίσις) του νεκρού πια Αχιλλέα και όχι στον Οδυσσέα, όπως τελικά αποφασίστηκε από τους αρχηγούς του στρατού Αγαμέμνονα και Μενέλαο. Η πτώση του γίγαντα αυτού, όπως χαρακτηριζόταν από τους συμπολεμιστές του, λόγω του ύψους του και του οπλισμού του που ξεχώριζε από τους άλλους Αχαιούς. Ο τεράστιος αυτός πολεμιστής με την υπεράνθρωπή δύναμη που, κατά την παράδοση, εμφανίζεται μόνος να πολεμά στο πεδίο της μάχης ”απορρίπτεται” από τον ίδιο και την μη σώφρονα στάση του και την υπέρμετρη αδιαλλαξία του, σε αντίθεση με την παρόμοια του Οδυσσέα, κατά το Σοφόκλειο κείμενο πάντα. Που οδηγείτε, κυρίως από την θεϊκή παρέμβαση στην τρέλα και στην προσωπική(;) απόφαση να εξολοθρεύσει τους Αχαιούς συντρόφους του και, κυρίως, τους αρχηγούς τους, για την ατιμωτική στο πρόσωπο του κρίση, της παραχώρησης των όπλων του Αχιλλέα σε άλλον (που ο Αίαντας θεωρεί και υποδεέστερο του)όμως, αντί αυτών ”λιανίζει” και βασανίζει τα λάφυρα ζώα και τους βοσκούς τους. Μετά δε που ”ξαστερώνει” ο νους του και αντιλαμβάνεται το αίσχος που έχει κάνει, οδηγείται στην αυτοκτονία πέφτοντας πάνω, αφού καλά στη γη το έχει στήσει, στο σπαθί που είχε ως λάφυρο πάρει από τον Έκτορα.

Θα μπορούσε η παράσταση να μας προσφέρει (ως θεατές) την ευφροσύνη μιας Αρχαίας Τραγωδίας, την παρεμβατική της προσήλωση στους Ομηρικούς μύθους, που αυτοί ήταν η έμπνευση των Αρχαίων ποιητών μας, θα μπορούσε να γίνει πλέον κατανοητή η όλη δράση της Τραγωδίας που Αρχαίοι και σύγχρονοι μελετητές έχουν κατατάξει σε ”Τραγωδία με δυο μέρη” αναφερόμενοι στην ”κυκλική της σύνθεση”.

Ναι θα μπορούσε αν..

Υπήρχε η μορφή, ο χαρακτήρας του Σοφόκλειου Αίαντα. Δεν είδαμε ούτε στο παραμικρό το κλέος του ήρωα ή την καταβύθιση στην θεόσταλτη τρέλα στην ένταση που θα έπρεπε. Σε αρκετά σημεία και κυρίως στους μονολόγους του αντιμετωπίσαμε έναν υποτονικό Αίαντα. Ατυχές και το αυτοχειρίας τέλος του. Ήταν μια μονοσήμαντη και άνευ συναισθήματος υποκριτική απόδοση (και αυτό το χρεώνουμε στον σκηνοθέτη και όχι  στον καλό ηθοποιό Στάθη Σταμουλακάτο που επιλέχθηκε να παραστήσει τον Αίαντα). Αν λάβουμε δε υπ’ όψη μας, πως περιγράφεται στους Ομηρικούς μύθους και απεικονίζεται κυρίως σε αγγεία αλλά και αμφορείς το ανάστημα και το εύρος του Αίαντα, μάλλον θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως η ατυχής (και λόγω σωματότυπου του ηθοποιού) εκ μέρους του σκηνοθέτη, επιλογή του κ. Σταμουλακάτου, που έκανε, στο μέτρο των δυνατοτήτων του και τις οδηγίες του σκηνοθέτη του, το καλύτερο δυνατόν.

Αντίθετα, επιτυχής ήταν η επιλογή της κας. Εύας Σαουλίδου να επωμιστεί το βάρος και το βάθος και των εκτενέστατων μονολόγων που σφύζουν από ακραία και εναλλασσόμενα συναισθήματα, της Τέκμησσας, της παλλακίδας του Αίαντα. Εξαιρετική η Σαουλίδου και ως προς την υποκριτική απόδοση του σημαίνοντος αυτού ρόλου, και ως προς την εκφορά του λόγου, και στην διαχείριση του σώματος της ανάλογα με τις συναισθηματικές εναλλαγές της Σοφόκλειας ηρωίδας.

Τέκμησσα

Με τα δικά του δεινά αυτοί ας γελούν κι ας επιχαίρουν

κι αν δεν τους άρεσε όσο είχε τα μάτια ανοιχτά

πεθαμένον μπορεί και να τον μοιρολογήσουν

όταν τους λείπει το δόρυ του.

στ. 965-Μετάφραση Νίκος Παναγιωτόπουλος

Ευτυχής, επίσης, η επιλογή του Χρίστου Στυλιανού να ερμηνεύσει τον Τεύκρο, αδελφό του Αίαντα. Με αξιοσύνη και ένταση όπου επιβάλλετο, υποκρίθηκε τον Τεύκρο που έχει (μια ακόμη κορυφαία και σε διαλογικό επίπεδο,  σκηνή) να αντιπαρατεθεί με τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο, ως προς την άρνηση τους της ταφής του Αίαντα που πρόδωσε με την αλαζονική και υπερφίαλη στάση του, τους συμπολεμιστές του και θέλησε να αφανίσει αυτούς του ίδιους, όσο και τους στρατηγούς του στρατεύματος. Σημαντικός ο κ. Στυλιανού και στον διάλογο του Τεύκρου με τον Οδυσσέα μετά την παρέμβαση του δεύτερου για να πεισθούν Αγαμέμνονας και Μενέλαος να θαφτεί ο αυτόχειρας Αίαντας.

Τευκρό

Αγαπημένε Αίαντα, αίμα μου, μάτια μου

τις εξαγόρασες λοιπόν τις αμαρτίες σου

ξεμπέρδεψες, όπως λέει ο κόσμος.

στ. 975-Μετάφραση Νικός Παναγιωτόπουλος

Οδυσσέας

Και τώρα στον Τεύκρο υπόσχομαι

ότι, όσο ο ίδιος μου ήταν κάποτε εχθρός

τόσο από δω και μπρός θα μου είναι φίλος (…)

στ. 1375-Μετάφραση Νίκος Παναγιωτόπουλος

Επιτυχείς οι επιλογές των κ. Γιάννη Νταλιάνη και Νίκου Χατζόπουλου, που με την πολύχρονή εμπειρία τους ερμήνευσαν με πειθώ, ο μεν πρώτος τον Μενέλαο και ο δεύτερος τον Αγαμέμνονα. Σωστά (υποκριτικά) τοποθετημένος ο Γιάννης Νταλιάνης ως  σκληρός και άτεγκτος Μενέλαος που αρνείται σθεναρά την ταφή του Αίαντα και εναντιώνεται στους ισχυρισμούς μέχρι και απειλές του Τεύκρου για το αντίθετο.

Ο Νίκος Χατζόπουλός, υποστήριξε τον ρόλο του Αγαμέμνονα με πιστότητα, αν και ακολουθώντας τις σκηνοθετικές οδηγίες εμφάνισε τον στρατηλάτη με μια ελαφρότητα που, κατά την γνώμη μου, δεν ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία και όπως έχει καταγραφεί η προσωπικότητα του Αγαμέμνονα από τους ιστορικούς και μελετητές ή όπως ακόμη και το όνομα του τον περιγράφει . Εκ των λέξεων ”άγαν” και ”μέμνων” δηλαδή επίμονός, σταθερός, καρτερικός.

Επιτυχής η υπόκριση του Δημήτρη Ήμελλου στον ρόλο του Οδυσσέα. Η σταθερότητα που έχει αποκτήσει ο καλός αυτός ηθοποιός, τον βοήθησε και εδώ να μας προσφέρει έναν ”πολυμήχανο” Οδυσσέα ελισσόμενο, διαπραγματευτή άξιο, οπωσδήποτε πονηρό πολιτικάντη, στην προσπάθειά του να συγκεράσει τις δυο άκρως αντίθετες θέσεις (Αγαμέμνων -Μενέλαος, Τέκμισσα-Τεύκρος) σχετικά με την ταφή του Αίαντα.

Ατυχής η εμφάνιση της Αθηνάς που την ερμήνευσε η Δέσποινα Κούρτη και ο Αργύρης Ξάφης την θέλησε ως, απορρίπτουσα την θεϊκή της ιδιότητα και λάμψη και σοφία να περιπλανάται αδικαιολογήτως ανάμεσα στους θνητούς, να τους πειράζει, να καβαλάει την πλάτη του Τεύκρου (θεϊκή επιβολή, άραγε, στο γένος των ανθρώπων;) και άλλα τέτοια χαριτωμένα, ενδεδυμένη αρχικά με σακάκι λαμέ και εν συνεχεία (για περισσότερη άνεση, ίσως(;) με φανελάκι, τιράντες, παντελονάκι, καλτσάκια λευκά και μποτίνια.

Εδώ, επιτρέψτε μου να αναφερθώ στα κοστούμια που σχεδίασε(;) η Ιωάννα Τσάμη και να ρωτήσω αυτά που λες και ήταν από καλάθια ή από εκείνα τα παλιά που χαρίζουμε ρούχα, σχεδίασε. Για να μην είμαστε απόλυτοι, (ούτε κακεντρεχείς) στο πρώτο (δηλαδή το δεύτερο μέρος της Τραγωδίας) ο Χορός ήταν σωστά ντυμένος με μακριά αδιάβροχα και σκούφους, μιας και όλο το έργο αναφέρεται (και λεκτικά) στους ”μακρείς χειμώνες” της πολιορκίας της Τροίας αλλά και στις ψυχές, των εκατέρωθεν πολεμιστών.

Στο δεύτερο (που είναι το πρώτο στην Σοφόκλεια Τραγωδία) όλα ενδυματολογικά αλλάζουν. Ο Χορός ενδεδυμένος σαν ”με ότι μας βρέθηκε”. Άλλα αντί άλλων. Με καμία ομοιογένεια. Με κανένα σημείο αναφοράς. Άξια κ. Τσάμη, τι συμβαίνει; Μα ο Αίαντας και αυτός με φανελάκι και τιράντες; Η επιτομή της ανομοιογένειας. Κάπως, ενδυματολογικά πάντα, ικανοποιητικοί,  ήταν ο Τεύκρος, η Τέκμισσα,  ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος (τα χαϊμαλιά στο λαιμό των δυο στρατηγών τι  σηματοδοτούσαν, ερωτώ;). Μετά από αυτούς… το (ενδυματολογικό) χάος.

Και μιας και αναφέρθηκα στα κοστούμια να γράψω και για το σκηνικό Μαρίας Πανουργιά. Να διευκρινίσω πριν, ότι την απόλυτη ευθύνη για τους όποιους άστοχούς σχεδιασμούς (κοστούμια, σκηνικό, φωτισμοί, κίνηση) δεν την φέρουν απόλυτα οι συνεργαζόμενοι, αλλά οι οδηγίες του σκηνοθέτη.

Για το σκηνικό λοιπόν. Εισερχόμενος στο Θέατρο ακούω μια κυρία δίπλα μου να λέει…’ Τι θερμοκήπιο είναι, καλέ, αυτό;”

Όχι πως είχε δίκιο. Μπορεί να έμοιαζε αλλά τελικά ήταν ένα ”Τόλ”, αυτά που χρησιμοποιεί ο στρατός για στέγαση και αποθήκευση. Απεικόνιζε και τις σκηνές των στρατηγών και εν συνεχεία με ένα νάιλον σκεπασμένος ο σιδερένιος σκελετός, την σκηνή του Αίαντα. Και το διαφανές νάιλον είχε την λογική του, (μιας και αλλαγή του σκηνικού ήταν ανέφικτη) αφού τόσα διαδραματίζονται σε αυτήν την σκηνή. Μια χρηστική σκηνογραφική ιδέα που λειτούργησε επαρκώς. Όπως ενδιαφέρον και λειτουργικότητα είχε το εύκαμπτο λευκό υλικό που ήταν στρωμένη όλη η ορχήστρα με αυτό, παριστάνοντας το χιονισμένο, κρύο και αφιλόξενο πεδίο, επισημαίνοντας τους ”Μακρείς Χειμώνες” ή ”έναν αιώνιο χειμώνα, στη μέση του καλοκαιριού”.

Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου βοήθησαν αρκετά ώστε να μας επιβληθούν τα τεκταινόμενα. Ατμοσφαιρικά και με νύξεις θρίλερ, φωτισμένη η σκηνή-Τολ του Αίαντα που σφάζει και κρεμάει τα σφαχτάρια που στο θολωμένο του μυαλό είναι οι Αχαιοί που τον πρόδωσαν. (Οι ηθοποιοί του Χορού τα/τους αναπαριστούν).

Κάπως πιο ουσιαστικές και ατμοσφαιρικές θα μπορούσαν (και έπρεπε) να είναι οι συνθέσεις του Κορνήλιου Σελαμσή που ερμηνεύτηκαν  επί σκηνής από τέσσερα πνευστά. Από τους Μάνο Βεντούρα (κόρνο), Σπύρο Βεργή (τρομπόνι, ευφώνιο), Στέφανο Δαφνή (τρομπέτα, φλικόρνο), Μενέλαο Μωραΐτη (τούμπα). Τίποτα το ιδιαίτερο, όχι απόλυτα απορριπτέες, πάντως.

Έχουμε δει καλύτερες δουλειές ως προς την κίνηση, κυρίως του Χορού, της Χαράς Κότσαλη. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν συνέβη κάτι ανεπανόρθωτο σε αυτή την πρεμιέρα του έργου της Παρασκευής, αλλά ο Χορός ήταν εντελώς ασύντακτος (ένας Χορός απαρτιζόμενος από πέντε γυναίκες και πέντε άντρες). Η εξήγηση που μας δίνει ο Αργύρης Ξάφης για την συμμετοχή των γυναικών στον Χορό είναι ότι ”ο κάθε στρατιώτης έχει την δική του Τέκμισσα, το δικό του λάφυρό πολέμου”. Αποδεκτή εξήγηση.  Ο Χορός: Ασημίνα Αναστασοπούλου, Δημήτρης Γεωργιάδης, Αφροδίτη Κατσαρού, Ερατώ Καραθανάση, Φάνης Κοσμάς, Λάμπρος Κωνσταντέας, Ευσταθία Λαγιόκαπα, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Ειρήνη Μπούνταλη, Φώτης Στρατηγός.

Να διευκρινίσω ότι ο Χορός είναι οι ναύτες και οι σύντροφοι του Αίαντα.

Εξαιρετική και άκρως κατανοητή η μετάφραση του Νίκου Παναγιωτόπουλου που δεν ακούγεται για πρώτη φορά. Έχει χρησιμοποιηθεί και σε άλλες παραστάσεις του ”Αίαντα”

Όμως..

Έχουμε αρκετές φορές αναφερθεί στην αυθαιρεσία των σκηνοθετών μας και στην κατά το δοκούν ερμηνεία των κλασσικών ιδιαίτερα έργων και των Αρχαίων Τραγωδιών και Κωμωδιών μας. Και στην επιμονή τους στην δραματουργική επεξεργασία τους. Και εδώ, στον ”Αίαντα” του Σοφοκλή το ίδιο έγινε. Ο Αργύρης Ξάφης μαζί με την Ασπασία- Μαρία Αλεξίου ”υπέβαλλαν” την Τραγωδία σε μια όντως κατά το δοκούν επεξεργασία. Παρουσίασαν το έργο αντεστραμμένο. Δηλαδή έφεραν το δεύτερο μέρος πρώτο και το πρώτο ως δεύτερο. Το γιατί ”έβαλαν χέρι” στην Σοφόκλεια διάσταση του έργου, μας άφησε με πολλά ερωτηματικά και ακόμη και τώρα, αναρωτιόμαστε… γιατί;

Πως και γιατί έπρεπε η προλογική σκηνή και ο διάλογος του Οδυσσέα και της Αθηνάς όπου αναφέρονται τα επόμενα συμβάντα και η τραγική πορεία του Αίαντα προς τον αυτόχειρο θάνατο, θεωρήθηκε δευτερευούσης σημασίας και παρουσιάστηκε στο αυθαίρετης δομής της Τραγωδίας, ως δεύτερο μέρος. Ο Σοφοκλής δεν ήξερε τι έκανε; Και αν θεώρησαν ότι δεν ήξερε, ήρθαν να τον διορθώσουν; Ασφαλώς και όχι, δεν φτάνουμε μέχρι εκεί, καταλαβαίνουμε πάντως πως στο όνομα του εκσυγχρονισμού και μιας νέας παρουσίασης που δεν έχει ξαναγίνει, τόλμησαν, (επαναλαμβάνω αυθαιρέτως),  να διασκευάσουν με αντιστροφή, το κείμενο.

Πως και γιατί οι παραινέσεις της Τέκμησσας προς τον Αίαντα και οι απείρου λογοτεχνικού κάλους και υπέροχης θεατρικής δομής εκκλήσεις της, να αλλάξει την γνώμη του και να μην αυτοκτονήσει ή εκείνη η τραγική περιγραφή προς τους ”συντροφοναύτες” στο πλοίο του Αίαντα” λέγοντας ”Αλώθηκε από μανία μες τη νύχτα ο δοξασμένος Αίαντας, α φ α ν ί σ τ η κ ε. Κι έτσι μπορείς να δεις μες στη σκηνή, ζώα από το χέρι του σφαγμένα, αιματοβαμμένη θυσία αυτού του  ανθρώπου”έρχονται σε δεύτερο επίπεδο; Μήπως είναι ανιαρές και στατικές (κατά κάποιους μελετητές είναι, αλλά και το ”αυθαιρετείν” μοιάζει με ύβρι). Έτσι έγραψε την Τραγωδία του ο Σοφοκλής. Δεν πρέπει να το σεβαστούμε, αναρωτιέμαι!

Όσο για τον καθοριστικό διάλογο Αίαντα- Τέκμισσας, με τη συμμετοχή και του χορού. για το ”ποιός μιλάει σωστά” ή για εκείνο του αμετανόητου Αίαντα ”Τι θες ακόμη εδώ; Γιατί δεν χάνεσαι;” έχει άλλη σημασία αν ακουστεί στο δεύτερο μέρος;

Γιατί. Ο  θρήνος του Τεύκρου για τον  αδελφό του. Και αυτός θα γίνει τραγικότερoς με την αντιστροφή;

Μάλλον (πάντα κατά τη γνώμη μου) η αντιστροφή των δυο μερών εκ μέρους του Αργύρη Ξάφη ήταν, άνευ ουσίας και το επιθυμητό αποτέλεσμα που ήθελε να προσφέρει στους θεατές άνευ αντικρίσματος.

Παρ’ όλα αυτά άφησε ένα γερό αποτύπωμα η παράσταση. Κυρίαρχο θετικό στοιχείο του η μη χρήση μικροφώνων ή ”ψειρών”. Αφέθηκε να λειτουργήσει η, όποια τώρα πια, ακουστική του Θεάτρου, μιας και η χρήση βοηθημάτων για την ακουστική έχει καθιερωθεί. Αν και υπήρξαν αντιρρήσεις η προσωπική μου στάση απέναντι στην δίωρη διάρκεια της παράστασης δεν θα είναι αρνητική.

Ναι.. παρά τις όποιες αστοχίες υπήρχαν και αρκετές καλές στιγμές. Να πω, επίσης, πως ο Αργύρης Ξάφης  παρ΄ όλες τις καλές προθέσεις του και την ενδελεχή προετοιμασία της παράστασής, ακόμη δεν έχει την ωριμότητα για ένα τέτοιο εγχείρημα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.

Αιάς

”Τα άλλα στον Άδη,

σ’ αυτούς που είναι κάτω θα τα πω”

Στη συνέχεια

Σχετικά Άρθρα

Συζήτηση σχετικά με post